Θωμάς Χριστιάς, Ιστορικός

12 Οκτωβρίου 1944. Πέρασαν εβδομήντα δυο χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς. Μέρα γιορτινή. Γιορτάζουμε το τέλος της γερμανικής κατοχής και το τέλος του πολέμου που εκείνη τη μέρα φαίνονταν πλέον ορατό. Από τον Απρίλιο του 1941 οι στρατιώτες της Βέρμαχτ είχαν καταλάβει την Αθήνα. Δεν ήταν και λίγα τα χρόνια…
Μα, θα σκεφτούμε, όλοι οι πόλεμοι τελειώνουν κάποτε. Βλέπετε και ο κυρίαρχος πόλεμος θέλει και αυτός τις ανάσες του για να ετοιμαστεί καλύτερα και να ορμήσει για μεγαλύτερες μάχες με μεγαλύτερα κέρδη. Έτσι τελείωσε και αυτή η κατοχή και αυτός ο πόλεμος, ο Μεγάλος Πόλεμος. Όχι τόσο «Μεγάλος» σαν τον άλλο, τον Α’ Παγκόσμιο που βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν σαν « τον Μεγάλο Πόλεμο». Μεγαλύτερος! Και η Αθήνα, η πρωτεύουσα της Ελλάδος, φόρεσε τα γιορτινά της.
Δε γιορτάζουμε, σήμερα, με την έννοια και την αξία της τοπικής Ιστορίας. Αν ίσχυε αυτό, θα έπρεπε να έχουμε εκατοντάδες μικρές τοπικές γιορτές σε διαφορετική ημερομηνία σ’ όλη της επικράτεια.
Ποια η αξία, λοιπόν, αυτής της γιορτής; Πλέον, τα όρια του τόπου μου, από τα όρια του χωριού μου ( φέρνοντας στο νου μας το διήγημα του Βιζυηνού « το μόνον της ζωής του ταξίδειον» ), έχουν διευρυνθεί κατά πολύ αγγίζοντας τα όρια μιας ηπείρου, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Τότε τι γιορτάζουμε; Σε κάθε πόλεμο μπορούμε να δούμε τρεις κατηγορίες ανθρώπων: Πρώτον, αυτούς που πλουτίζουν απ’ αυτόν, αλλά το αρνούνται και ανοικτά φέρονται συχνά κατά του πολέμου. Στην Αθήνα, για παράδειγμα, ακόμα και λίγες μέρες πριν την αποχώρηση των Γερμανών, Έλληνες δωσίλογοι κατέδιδαν συμπολίτες τους στους Γερμανούς. Στην πρωτεύουσα στήνονταν κρεμάλες γι’ αυτούς που διάλεξαν το δρόμο της αντίστασης κατά των Γερμανών. Το χρήμα γι’ αυτούς τους δωσίλογους είναι η μόνη και πιο κοινή πατρίδα όλων των ανθρώπων. Βλέπεις, «στην αρχή και μόνο, αυτοί οι άνθρωποι τρέμουν τον πόλεμο. Μέχρι να τον συνηθίσουν. Το άγνωστο πράγμα. Μετά, τον επιθυμούν. Κατανοούν ότι ο πόλεμος είναι- κατά τον Μπρέχτ- η μόνη φάμπρικα που έχει ψωμί. Μαγαζί που πουλάει, αντί για τυριά, βόλια».
Δεύτερον, αυτούς που προσπαθούν να καλυφθούν και να ζημιωθούν όσο γίνεται λιγότερο. Η φύση του ζώου να μείνει στη ζωή υπερισχύει. «Να φάω χωρίς να με φάνε». Εξάλλου, όπως είπαμε, όλοι οι πόλεμοι τελειώνουν κάποτε.
Τέλος, σε κάθε πόλεμο μπορούμε να δούμε και μια τρίτη κατηγορία ανθρώπων: Είναι αυτοί που προτιμούν να αντισταθούν. Για αυτούς υπερίσχυε η υπεράσπιση της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας τους.
Για αυτούς τους τρίτους σήμερα γιορτάζουμε. Οι Αθηναίοι, όπως και οι Έλληνες όλων των ελληνικών πόλεων, αντιστάθηκαν στον κατακτητή Γερμανό (Ιταλό και Βούλγαρο σε άλλες πόλεις, καθώς η Ελλάδα δοκίμασε τριπλή κατοχή). Μπλόκα, φυλακίσεις, εκτοπίσεις, εκτελέσεις και βομβαρδισμοί έσπερναν τον τρόμο, μα δεν τους πτόησαν. Αντιστάθηκαν. Δεν τους λύγισε ούτε η πείνα και η μαύρη αγορά. Μάλιστα, αν δεχτούμε ότι η στατιστική λέει την αλήθεια, η Ελλάδα με το μικρό της πληθυσμό είχε αντιστρόφως ανάλογα πάρα πολλές πράξεις αντίστασης. Οι Αθηναίοι αντιστάθηκαν ατομικά, όταν για παράδειγμα τη νύχτα της 30ής προς την 31η Μαΐου 1941 ο Μανώλης Γλέζος με τον Λάκη Σιάντα ανέβηκαν κρυφά στον βράχο της Ακρόπολης και κατόρθωσαν να κατεβάσουν τη ναζιστική σβάστικα. Αλλά και ομαδικά, με απεργίες, κινητοποιήσεις δολιοφθορές στον εχθρό. Αυτό κατατάσσει τη χώρα μας στην κορυφή των χωρών της Ευρώπης που αντιστάθηκαν στο φασισμό και το ναζισμό, αλλά και δικαιολογεί και το τίμημα που πληρώσαμε βαρύ από τα αντίποινα των Γερμανών.
Όλοι μαζί ας γιορτάσουμε. Μα, όπως ο πόλεμος δεν κρατάει για πάντα, έτσι και η ειρήνη είναι σαν ένα μικρό διάλειμμα. Ας γιορτάσουμε όλοι μαζί. Δύο μήνες έχουμε για γιορτές. Σε λίγο αρχίζει ο αδελφοκτόνος εμφύλιος.
Για εκείνους τους Αθηναίους, τους Έλληνες όλων των άλλων ελληνικών πόλεων, τους Ευρωπαίους και τους πολίτες όλου του κόσμου που αντιστάθηκαν στις αξίες των κατακτητών, ας γιορτάσουμε.

Και ας τους αφιερώνουμε τους στίχους του ποιητή:
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν΄αγωνίζεσαι για την ειρήνη και
για το δίκαιο.
Θα βγείς στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ΄τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
( Τάσος Λειβαδίτης)