
Να σου πω ένα ανέκδοτο…
Ήταν μια φορά ένας Πόντιος…..
Ως προς το περιεχόμενο του όρου «γενοκτονία» και σε σχέση με την τύχη του ποντιακού ελληνισμού και σε αντιδιαστολή με τον όρο «εθνοκάθαρση» μπορεί κάποιος να συμβουλευτεί ένα έγκυρο λεξικό. Αυτή η προσέγγιση, ίσως, θα φωτίσει την οπτική αυτών που επιμένουν ότι «δεν υπάρχει γενοκτονία στην περίπτωση του ποντιακού ελληνισμού και ότι η περίπτωση τους δεν ομοιάζει με αυτή των Εβραίων ή των Αρμενίων» ή αντίθετα θα ενισχύσει τη θέση αυτών που φωνάζουν ότι «διαπράχτηκε μια γενοκτονία». Ίσως, τέλος, και να οδηγήσει στο συμπέρασμα πως ανάμεσα στην γενοκτονία και την εθνοκάθαρση τα όρια δεν είναι τόσο ευδιάκριτα, και πως η προβαλλόμενη κάθε φορά άποψη ενέχει πολιτικό η νομικό συμφέρον.
Αφήνοντας στην άκρη την ετυμολογική προσέγγιση, την πολιτική προσέγγιση ή την νομική και τις ποινές που επισύρει η εθνοκάθαρση σε αντιδιαστολή με τη γενοκτονία, ας επιχειρήσουμε να δούμε το θέμα από την πλευρά της ιστορικής μνήμης.
Είναι γεγονός πως η αναφορά στο κομμάτι του ποντιακού ελληνισμού εμφανίζεται ελάχιστα στα σχολικά βιβλία της Μέσης εκπαίδευσης και δη στην Ιστορία της Γ’ Γυμνασίου (ενότητα 36, αναφορά λίγων μόνο σειρών για την περίοδο 1920 και μετά) και της Γ’ Λυκείου (« ο μικρασιατικός πόλεμος», αναφορά μιας παραγράφου και σε σχέση πάντα με τους Έλληνες της Μικράς Ασίας), όπου και διδάσκεται η Σύγχρονη Ιστορία. Μάλιστα, στο βιβλίο της Ιστορίας των Ανθρωπιστικών σπουδών, ενώ για λίγα χρόνια ενσωματώθηκε μια ενότητα για τον παρευξείνιο ελληνισμό, κατά το σχολικό έτος 2015- 2016 εξοβελίστηκε και αυτή.
Για όσους έχουν διδάξει στο παρελθόν αυτή την ενότητα ή την έχουν διδαχθεί υπάρχει μια λογική σ’ αυτή την επιλογή: επρόκειτο για μια πολύ κακογραμμένη ενότητα, που η εκμάθησή της δημιουργούσε μόνο εκνευρισμό. Και ποιο άλλο συναίσθημα θα μπορούσαμε να αντιτείνουμε, όταν για παράδειγμα -αντί να είναι μια υποσημείωση- οι μαθητές θα έπρεπε να εξεταστούν πανελλαδικά, αποστηθίζοντας πόσες χιλιάδες ήταν τα μοναστήρια και τα παρεκκλήσια και πόσους μαθητές αριθμούσαν τα 1.401 σχολεία του Πόντου;
Ωστόσο, το ότι η ενότητα του παρευξείνιου ελληνισμού ήταν, επιεικώς, κακογραμμένη δε σημαίνει ότι θα πρέπει να λησμονήσουμε το ιστορικό γεγονός, παρά να γράψουμε και να ενσωματώσουμε μια άλλη ιστορική μελέτη για τον Πόντο, χωρίς περιττές και κουραστικές πληροφορίες.
Διαφορετικά, κινδυνεύουμε, ακούσια ή εκούσια, να οδηγηθούμε σε μια στρογγυλοποίηση της ιστορίας, όπου δε θα γίνεται καμία αναφορά σε γεγονότα του παρελθόντος που χώρισαν δύο λαούς. Όσο και αν κάτι τέτοιο θα πλησίαζε και τις επιθυμίες της Ε. Ε για αποφυγή των τοπικών ιστοριών με στόχο να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή συνείδηση, η εκτενής καταγραφή και με αναφορά σε ιστορικές πηγές περιπτώσεων, όπου οι δύο λαοί (Έλληνες και Οθωμανοί, ή πιο μετά Τούρκοι) συγκρούστηκαν μπορεί και πρέπει να μας κάνει να εκτιμήσουμε πολύ περισσότερο τα αγαθά της ειρήνης, σε σύγκριση με την ιστορική συγκάλυψη.
Ίσως, μάλιστα, να το χρωστάμε στους Πόντιους και για ένα ακόμα λόγο: κατά την Μικρασιατική καταστροφή τα φώτα της ιστορίας έπεσαν πάνω στο καμάρι της Μικράς Ασίας, τη Σμύρνη και ήρθε σε δεύτερη μοίρα το κομμάτι του ποντιακού ελληνισμού. Συνειρμικά, μάλιστα, στο άκουσμα της λέξης «Σμύρνη» μας έρχεται στον νου η εικόνα της προκυμαίας με τα πλοία των μεγάλων δυνάμεων να παρακολουθούν το δράμα του ελληνισμού και στην ψυχή αυτό το συναίσθημα που ξέρουμε καλά εμείς ο Έλληνες: του ξεριζωμού. Στην περίπτωση όμως των Ποντίων, έχουμε αναρωτηθεί ποια είναι η πρώτη εικόνα που έρχεται στο νου των παιδιών και το πρώτο συναίσθημα;
Ας παίξουμε ένα παιχνίδι: Ας μπούμε σε μια τάξη κρατώντας μια μικρή μπάλα. Ας πούμε στους μαθητές μας πως σε όποιον την πετάμε θα πρέπει να μας πει ποια λέξη ή ποιο συναίσθημα του έρχεται στου νου, χωρίς δεύτερη σκέψη. Ας καταγράψουμε τα αποτελέσματα των αντιδράσεων των μαθητών στο άκουσμα της λέξης «Σμύρνη» και στο άκουσμα της λέξης «Πόντος» ή «Πόντιος». Αν τα αποτελέσματα σε αυτή την δεύτερη αναφορά συνδέονται με ευχάριστα συναισθήματα ή με ένα ανέκδοτο, τότε, η πρώτη μου σκέψη θα ήταν πόσο άδικο είναι αυτό γι’ αυτό το κομμάτι του ελληνισμού που μεγαλούργησε στην Τραπεζούντα και σε άλλες πόλεις του Πόντου. Πόσο άδικο κυρίως είναι γι’ αυτούς, αν αναλογιστούμε, ότι συγκριτικά με τους Έλληνες της Σμύρνης για τους οποίους νιώθουμε θλίψη για όσα έπαθαν, οι Έλληνες του Πόντου, λόγω μεγαλύτερης απόστασης από τα παράλια της Μικράς Ασίας που οδηγούσαν στο δρόμο της σωτηρίας προς την Ελλάδα, είναι λογικό να υπέστησαν περισσότερα.
Ίσως, τότε, αυτό θα μας κάνει να ξανασκεφτούμε να εντάξουμε μια ενότητα για τον ποντιακό ελληνισμό στην Ιστορία που διδάσκουμε στα σχολεία. Και αυτό, φρονώ, είναι πιο σημαντικό από το να εισάγουμε ένα νέο μάθημα φορολογικής συνείδησης, όπως πρόσφατα ανακοίνωσε ο αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών κ. Αλεξιάδης.
Θωμάς Χριστιάς, Ιστορικός.